Όλη η αλήθεια για το γάλα

Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν πειστεί ότι πρέπει να πίνουν γάλα γιατί είναι η «τέλεια τροφή», προκειμένου να είναι υγιείς.

Η ανθρωπότητα έχει μετατρέψει τις αγελάδες σε...


ένα μοντέρνο εργοστάσιο, μία αέναη μηχανή γάλακτος. Πριν από 3.000 χρόνια, μία αγελάδα μπορούσε να δώσει 90 κιλά γάλα σε ένα χρόνο. Σήμερα, κατά μέσο όρο μία αγελάδα δίνει 6.750 κιλά,δηλαδή 75 φορές περισσότερο!

Το γάλα είναι μία πολύ ευαίσθητη ουσία που συσχετίζεται με σχεδόν κάθε αδένα και όργανο της αγελάδας. Αυτό είναι αποτέλεσμα της κανονικής λειτουργίας του ζώου με σκοπό να δημιουργήσει ζωή. Τα σημαντικότερα στοιχεία του οργανισμού του πρέπει να συσχετίζονται με την παραγωγή γάλακτος, έτσι ώστε τα νεογέννητα δαμάλια να κάνουν μια καλή αρχή.

Σήμερα πίνουμε μη φυσικό γάλα, προερχόμενο από εκτρεφόμενες αγελάδες, γενετικά μεταλλαγμένες με τεχνιτή γονιμοποίηση. Κάθε γουλιά γάλα περιέχει ισχυρές αυξητικές ορμόνες όπως οι IGF I και IGF II, λίπη και χοληστερίνη, άλλες 59 ενεργές ορμόνες, αλλεργιογόνα, ζιζανιοκτόνα, μικροβιοκτόνα, διοξίνη, αίμα, νεκρά λευκά αιμοσφαίρια, πάνω από 52 ισχυρά αντιβιοτικά, βακτήρια και ιούς.

Ο Dr. Κωνσταντίνος Μουρούτης έγραψε το βιβλίο «Όλη η αλήθεια για το γάλα», ακριβώς γι’ αυτό το λόγο. Για να παρουσιάσει δηλαδή «την άλλη πλευρά του θέματος», παραθέτοντας τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί μέχρι και σήμερα, σχετικά με το ρόλο που παίζει το γάλα και τον πιθανό κίνδυνο ανάπτυξης συγκεκριμένων ασθενειών από την κατανάλωσή του. Όλες τις πληροφορίες που περιέχονται στο βιβλίο, προέρχονται από αξιόπιστες, επιστημονικές και δημοσιογραφικές πηγές.

Το βιβλίο είναι διαχωρισμένο σε τέσσερις διαφορετικές ενότητες. Η πρώτη και σημαντικότερη αφορά στην έκθεση της υγείας του ανθρώπινου γένους σε κινδύνους από την κατανάλωση γάλακτος και των προϊόντων του. Το δεύτερο μέρος, εξ’ ίσου σημαντικό με το πρώτο, αποτελεί μια εισαγωγή σε ένα καλύτερο και υγιεινότερο τρόπο ζωής.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.), η υγεία ορίζεται ως η ισορροπία και η αρμονία μεταξύ ψυχικών, πνευματικών, σωματικών και κοινωνικών δεδομένων του ανθρώπου. Έχοντας υπόψη αυτόν τον ορισμό, δε θα θέλαμε να περιορίσουμε το θέμα της υγείας, εξετάζοντάς το μόνο σε σχέση με τις διατροφικές συνήθειες, αλλά να το επεκτείνουμε και σε άλλους τομείς που έχουν σχέση με την άσκηση, την κατανάλωση νερού, το φως του ήλιου, την ανάπαυση, τη θερμοκρασία κ.λπ.

Το τρίτο μέρος του βιβλίου αποτελείται από ένα λεπτομερές παράρτημα για τις ασθένειες που αναφέρονται στις προηγούμενες ενότητες. Τέλος στο τέταρτο μέρος θα βρείτε πληροφορίες σχετικά με τη υγεία που χαρίζει η χορτοφαγία και διάφορες σχετικές φράσεις διασήμων.

Το βιβλίο έχει ως σκοπό να προσφέρει πληροφορίες που θα βοηθήσουν να
πάρετε μια πιο έξυπνη και συνειδητή απόφαση, σε ότι αφορά την κατανάλωση γάλακτος και πιθανόν να αναθεωρήσετε τον τρόπο ζωής σας. Ο συγγραφέας δεν επικαλείται τίποτα περισσότερο, παρά τις μαρτυρίες της επιστήμης. Πριν προβείτε σε οποιαδήποτε αλλαγή, πρέπει πάντα να συμβουλεύεστε το γιατρό σας.

Στο βιβλίο περιλαμβάνονται πληροφορίες που, για πολλά χρόνια δεν ήταν ευρύτερα γνωστές, καθώς υπήρχε εκφοβισμός και τρομοκρατία από πλευράς των γαλακτοκομικών βιομηχανιών.

Αυτές οι πληροφορίες είναι τώρα εδώ!

Πιθανότατα θα έχετε ακούσει το σλόγκαν «Το γάλα περιέχει κάτι για τον καθένα». Εκτός από ασβέστιο κι άλλα μεταλλικά στοιχεία και βιταμίνες, τι άλλο θα μπορούσε να σας προσφέρει το γάλα; «Τα γαλακτοκομικά προϊόντα περιέχουν κάτι που δεν περιέχει καμία άλλη τροφή: Μόλυνση!»
John A. McDougal, MD,Δημοφιλής ομιλητής, προσωπικότητα της τηλεόρασης συγγραφέας του Σχεδίου McDougal και της Ιατρικής McDougal

Όταν οι άνθρωποι συνομιλούν με το γιατρό τους, σχετικά με το ενδεχόμενο να εξαιρέσουν το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα από τη διατροφή τους, τις περισσότερες φορές, η πρώτη ερώτηση που κάνουν είναι: «Μα γιατρέ μου, τι θα γίνει με τα δόντια και τα οστά μου εάν σταματήσω να πίνω γάλα;» Τίποτα! Τίποτα που δεν θα συνέβαινε έτσι κι αλλιώς!
Frank A. Oski MD, πρώην πρόεδρος του τμήματος Παιδιατρικής Του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης

Αυτό το γεγονός μπορεί να προκαλέσει έκπληξη σε πολλούς από σας, που είχατε την εντύπωση ότι το γάλα είναι μια ωφέλιμη τροφή, προκειμένου να προληφθεί η οστεοπόρωση. Αλλά οι επιστημονικές μελέτες αποκαλύπτουν ότι: «Οι πολιτισμοί με μεγάλη κατανάλωση γάλακτος, έχουν τα υψηλότερα ποσοστά οστεοπόρωσης, μια ασθένεια που σπάνια συναντάται σε πολιτισμούς που δεν καταναλώνουν γάλα».
Hans Deehl, Dr HSc, Dynamic Living

Μείνατε έκπληκτοι; Οι πληροφορίες που υπάρχουν στο βιβλίο, μπορεί να σας εκπλήξουν σχετικά με το γάλα και να σας κάνουν να το απαρνηθείτε. Μια για πάντα! Παρακάτω αναδημοσιεύουμε ένα μικρό τμήμα από το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο σχετικά με τη Λακτόζη.

Δυσανεξία στη Λακτόζη

Η δυσανεξία στη λακτόζη σημαίνει δυσκολία στην πέψη σημαντικών ποσοστών λακτόζης, η οποία είναι το κυρίαρχο σάκχαρο του γάλακτος. Αυτή η δυσανεξία προέρχεται από την έλλειψη ενός ενζύμου, της λακτάσης, που σε φυσιολογικές συνθήκες παράγεται από τα κύτταρα που επενδύουν το λεπτό έντερο. Η λακτάση διασπά τη ζάχαρη του γάλακτος σε πιο απλές μορφές, που μπορούν να απορροφηθούν από το κυκλοφορικό σύστημα. Όταν δεν υπάρχει αρκετή λακτάση για να χωνέψει το ποσοστό της λακτόζης που καταναλώθηκε, τα αποτελέσματα, αν και συνήθως δεν είναι επικίνδυνα, είναι σίγουρα ενοχλητικά. Δεν αναπτύσσουν συμπτώματα όλα τα άτομα που έχουν έλλειψη λακτάσης. Αυτοί που εμφανίζουν συμπτώματα θεωρούνται δυσανεκτικοί στη λακτόζη.

Συνήθως, συμπτώματα είναι ναυτία, κράμπες, πρήξιμο, αέρια και διάρροια, τα οποία ξεκινούν 30 λεπτά με 2 ώρες μετά την κατανάλωση τροφών που περιέχουν λακτόζη.

Η σοβαρότητα των συμπτωμάτων ποικίλει, ανάλογα με το ποσοστό της λακτόζης
 που ο καθένας μπορεί να ανεχθεί. Κάποιες αιτίες της δυσανεξίας σε λακτόζη είναι πολύ γνωστές. Για παράδειγμα, συγκεκριμένες εντερικές παθήσεις και κακώσεις
του λεπτού εντέρου, μπορεί να ελαττώσουν το ποσόν των παραγομένων ενζύμων.
 Σε σπάνιες περιπτώσεις, γεννιούνται παιδιά που δεν έχουν την ικανότητα να παράγουν λακτάση.

Για τους περισσότερους ανθρώπους, η δυσανεξία στη λακτόζη είναι μια κατάσταση που επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου. Μετά το 2ο έτος της ηλικίας, το σώμα αρχίζει να παράγει λιγότερη λακτάση. Βέβαια, πολλοί άνθρωποι μπορεί να μην παρουσιάσουν συμπτώματα, παρά όταν μεγαλώσουν.

30 με 50 εκατομμύρια Αμερικανοί έχουν δυσανεξία στη λακτόζη. Κάποιες εθνικότητες και φυλές, αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο πρόβλημα. Το 75% των Αφροαμερικανών, των Αμερικανοινδιάνων και το 90% των Αμερικανοασιατών, είναι δυσανεξικοί στη λακτόζη.

Στη συνέχεια παρατίθεται ένα διάγραμμα, σχετικά με τη δυσανεξία στη λακτόζη σε Εθνικό επίπεδο.

Ουσιαστικά, όλα τα νήπια και τα παιδιά έχουν τα ένζυμα της λακτάσης που διασπά τη λακτόζη σε γλυκόζη και γαλακτόζη, οι οποίες μπορούν να απορροφηθούν από το κυκλοφορικό σύστημα. Πριν από τα μέσα του 1960, οι περισσότεροι Αμερικανοί θεραπευτές πίστευαν ότι, αυτά τα ένζυμα υπήρχαν σε όλους σχεδόν τους ενήλικες. Όταν έγιναν έρευνες σε ανθρώπους διαφόρων εθνικοτήτων, σχετικά με την πεπτική τους ικανότητα στη λακτόζη, τα αποτελέσματα απέδειξαν πόσο λανθασμένη ήταν αυτή η άποψη. Περίπου το 70% των Αφροαμερικανών, το 90% των Αμερικανοασιατών, το 53% των Αμερικανοισπανών και το 74% των γηγενών Αμερικανών, είχαν δυσανεξία στη λακτόζη. Μελέτες απέδειξαν ότι, η λακτάση παρουσιάζει σημαντικά μειωμένη δράση σε άτομα που κατάγονται από την Αραβία, το Ισραήλ, την Ιταλία και την Ελλάδα.

Το 1988, η Αμερικανική εφημερίδα της Κλινικής Διατροφής ανέφερε: «Έγινε πολύ σύντομα προφανές, ότι αυτό οφείλεται σε γενετικό κανόνα και ότι η δράση της λακτάσης υποστηρίχθηκε μόνο στην πλειονότητα των ενηλίκων, οι οποίοι κατάγονται από τη Βόρεια Ευρώπη, και σε κάποιους Μεσογειακούς πληθυσμούς». Με άλλα λόγια, οι Καυκάσιοι ανέχονται τη ζάχαρη του γάλακτος, μόνο λόγω κληρονομικής γενετικής μετάλλαξης.

Γενικά, το 75% περίπου του παγκόσμιου πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένου του 25% αυτών που ζουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, έχασαν τα ένζυμα της λακτάσης μετά τον απογαλακτισμό. Η θεώρηση αυτού του γεγονότος, είχε σαν αποτέλεσμα μια σημαντική αλλαγή στην ορολογία: Αυτοί που δεν μπορούσαν να χωνέψουν το γάλα αποκαλούνταν κάποτε «δυσανεκτικοί στη λακτόζη» ή «πάσχοντες από έλλειψη λακτάσης». Τώρα θεωρούνται φυσιολογικοί, ενώ αυτοί που διατηρούν τα ένζυμα που επιτρέπουν τη χώνεψη του γάλακτος, αποκαλούνται «αυτοί που επιμένουν να παράγουν λακτάση».

Δεν υπάρχει κανένας λόγος γι’ αυτούς που παρουσιάζουν δυσανεξία στη λακτόζη, να αναγκάζουν τους εαυτούς τους να πίνουν γάλα. Στην πραγματικότητα το γάλα και τα λοιπά γαλακτοκομικά προϊόντα, δεν προσφέρουν κανένα θρεπτικό συστατικό που δεν μπορεί να βρεθεί σε υγιεινότερες μορφές τροφών. Είναι εκπληκτικό, αλλά η κατανάλωση γάλακτος δε φαίνεται καν να προλαμβάνει την ανάπτυξη οστεοπόρωσης, που είναι ο κυριότερος λόγος κατανάλωσής του.

Εμπορικά ένζυμα λακτάσης

Τα προϊόντα του γάλακτος του εμπορίου, που περιέχουν μειωμένα ποσοστά λακτόζης, συνήθως προβάλλονται σαν η «λύση» στη δυσανεξία στη λακτόζη. Αυτά τα προϊόντα είναι ενζυματικά τροποποιημένα, έτσι ώστε να διασπούν τη λακτόζη σε γλυκόζη και γαλακτόζη, εμποδίζοντας τις στομαχικές διαταραχές και τα λοιπά συμπτώματα από τη δυσπεψία που προκαλεί η λακτόζη. Αλλά ακόμα και τα χάπια της λακτάσης και τα προϊόντα με μειωμένα ποσοστά λακτόζης, δε λύνουν το πρόβλημα, καθώς το άτομο μπορεί να συνεχίσει να υποφέρει από πεπτικές ενοχλήσεις.

Γυναίκες και στειρότητα

Οι γυναίκες που επιθυμούν αλλά έχουν αποτύχει να συλλάβουν, μπορεί να θέλουν να κάνουν μια ανασκόπηση σχετικά με το πόσο μεγάλο ρόλο έχουν παίξει τα γαλακτοκομικά προϊόντα στη διατροφή τους, σύμφωνα με μια νέα μελέτη. Μια ομάδα ερευνητών στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Φιλανδία, αναφέρει ότι όπου η κατά κεφαλή κατανάλωση γάλακτος είναι υψηλότερη, οι γυναίκες τείνουν να αποτυγχάνουν να μένουν έγκυες όσο μεγαλώνουν.

Με εξαίρεση συγκεκριμένους πληθυσμούς της Βόρειας Ευρώπης και των απογόνων τους, οι περισσότεροι ενήλικες χάνουν την ικανότητα να χωνεύουν εύκολα τη λακτόζη. «Επειδή η δυσανεξία στη λακτόζη αποτρέπει την υψηλή κατανάλωση γάλακτος και άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων, πλούσιων σε γαλακτόζη –ένα σάκχαρο, προφανώς τοξικό για τα ανθρώπινα ωάρια-, αυτό το γνώρισμα μπορεί να αποβεί σωτήριο», παρατηρεί ο γυναικολόγος Daniel W. Cramer, της Ιατρικής
Σχολής του Harvard και οι συνάδελφοί του.

Πριν από πέντε χρόνια, ο Cramer συνέδεσε την κατανάλωση της γαλακτόζης με αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου των ωοθηκών. Ψάχνοντας για υπόνοιες ότι το σάκχαρο μπορεί να επηρεάζει και τη γονιμότητα, η ομάδα του συνέκρινε δημοσιευμένα στοιχεία από 36 χώρες, σχετικά με τα ποσοστά στειρότητας, κατανάλωσης γάλακτος κατά κεφαλή, και υπολακτασία - την ανικανότητα των ενηλίκων να χωνέψουν τη λακτόζη. Την 1η Φεβρουαρίου, η Αμερικανική εφημερίδα Επιδημιολογίας, ανέφερε ένα συσχετισμό μεταξύ υψηλών ποσοστών κατανάλωσης γάλακτος και γυναικείας στειρότητας, που αρχίζει μόλις στην ηλικία των 20-24 ετών.

Η δύναμη αυτού του ισχυρισμού και το ποσοστό στειρότητας, αυξήθηκε σε κάθε
 κατά σειρά γηραιότερη ομάδα που μελετήθηκε. Στην Ταϊλάνδη για παράδειγμα, όπου το 98% των ενηλίκων υπογαλακτίζεται, ο μέσος όρος στειρότητας των γυναικών ηλικίας 35-39 ετών, είναι μόνο 26%. Αντίθετα, στην Αυστραλία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου οι ενήλικες που υπογαλακτίζονται είναι μόνο 5%, το μέσο ποσοστό της στειρότητας είναι 82%.

Όπως αναφέρουν οι συγγραφείς, πολλοί παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των γαμήλιων εθίμων, των ποσοστών διαζυγίων, της αντισύλληψης και της ατομικής υγείας, επηρεάζουν τη γονιμότητα. Οπωσδήποτε, αναφέρει ο Cramer, η νέα ανάλυση προσφέρει «δημογραφική επιβεβαίωση όλων όσων έχουμε παρατηρήσει πειραματικά, σε ποντίκια που ταΐστηκαν με υψηλά ποσοστά γαλακτόζης και κλινικά σε γυναίκες με γαλακτοσαιμία (ανικανότητα μεταβολισμού της γαλακτόζης)». Παρατηρεί ότι γυναίκες μ’ αυτή την ανωμαλία, που έχουν υψηλά ποσοστά της ζάχαρης στον ιστό, είναι στείρες. Η έκθεση αυτή προέρχεται από το SCIENCE NEWS, 3/12/94.

Προσοχή στην κρυμμένη λακτόζη

Αν και το γάλα και τα προϊόντα του γάλακτος είναι οι μόνες γνωστές, φυσικές πηγές, η λακτόζη προστίθεται σε προπαρασκευασμένες τροφές. Είναι σημαντικό για άτομα που έχουν μικρή ανοχή στη λακτόζη, να γνωρίζουν ότι πολλές τροφές περιέχουν λακτόζη, ακόμα και σε μικρά ποσοστά.

Τα είδη παντοπωλείου που μπορεί να περιέχουν λακτόζη συμπεριλαμβάνουν:

- Ψωμί και άλλα αρτοποιήματα

- Επεξεργασμένα δημητριακά πρωινού

- Πατάτες στιγμής, σούπες και ποτά πρωινού

- Μαργαρίνη

- Κρέατα κολατσιού

- Dressing για σαλάτες

- Γλυκά και άλλα πρόχειρα γεύματα (snacks)

- Μίγματα για τηγανίτες, μπισκότα, βουτήματα κ.λπ.

Μερικά από τα αποκαλούμενα, μη γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως ο καφές σε σκόνη και χτυπημένες κρέμες, μπορεί επίσης να περιέχουν συστατικά που προέρχονται από το γάλα και ως εκ τούτου περιέχουν λακτόζη. Μια μικρή μερίδα αγοραστών έχουν μάθει να διαβάζουν προσεκτικά τις ετικέτες των προϊόντων, ψάχνοντας, όχι μόνο για την ύπαρξη γάλακτος και λακτόζης μεταξύ των συστατικών, αλλά επίσης για λέξεις όπως τυρόγαλα, τυρόπηγμα, παράγωγα γάλακτος, στερεές ουσίες αφυδατωμένου γάλακτος και μη - λιπαρή σκόνη αφυδατωμένου γάλακτος. Αν κάποια απ’ αυτά αναφέρονται σε μια ετικέτα, τότε το προϊόν περιέχει λακτόζη.

Επιπρόσθετα, η λακτόζη χρησιμοποιείται ως βάση για περισσότερο από 20% φαρμακευτικών προϊόντων που αναφέρονται σε ιατρικές συνταγές και 6% των κοινών φαρμάκων. Για παράδειγμα, πολλοί τύποι αντισυλληπτικών χαπιών περιέχουν λακτόζη, το ίδιο και κάποιες ταμπλέτες για τα οξέα του στομάχου και τα αέρια. Ένας φαρμακοποιός μπορεί να δώσει πληροφορίες σχετικά με τα ποσοστά λακτόζης που περιέχονται σε διάφορα φάρμακα. 
 
 
 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο